«Ένα από τα ωραιότερα και σπαραχτικότερα θεάματα που είδα στη ζωή μου. Μέσα σε μιαν επαρχιακή, στενοκέφαλη κοινωνία, η παρουσία της προξενεί σκάνταλο στους αστούς. Την κοιτάζουν με την έκπληξη και την αγανάχτηση που θα κοιτάζουν τ’ αγαθά, καλόβουλα αστάχυα του σταριού, τη φουντωμένη παπαρούνα που υψώνεται ανάμεσά τους, ορθόστητη κι ολάνοιχτη, και παραδίνει σ’ όλους τους ανέμους τα μυστικά της κι αναταράζει τα χείλια της θέλοντας να πιει στόμα με στόμα τον ήλιο». Τέτοια έγραφε και περισσότερα εννοούσε το 1909 στο περιοδικό Ο Νουμάς ο Νίκος Καζαντζάκης για τη Γαλάτεια Αλεξίου, λίγο καιρό μετά τη δημοσίευση της πρώτης της νουβέλας, του εμβληματικού Ridi, pagliaccio. Ήταν θέμα χρόνου να αναγνωριστεί ως καλή συγγραφέας, όπως και να συνδεθεί με τον Καζαντζάκη παίρνοντας στη συνέχεια το όνομά του.
Η ιστορία: Μια γυναίκα προσπαθεί να ρίξει τον άντρα που αγαπά στην αγκαλιά άλλων γυναικών προκειμένου «να γελάσει (η ίδια) με την αγωνία της». Σε ένα πρώτο επίπεδο το βιβλίο σκανδαλίζει, αλλά σε ένα δεύτερο αναδίδει έναν βαθύ προβληματισμό για την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας, για την απελπισμένη προσπάθεια ενός άδειου ανθρώπου να βρει νόημα στη ζωή του.
Με αφορμή τα πενήντα χρόνια από τον θάνατό της Γαλάτειας Καζαντζάκη (17 Νοεμβρίου 1962), το Ridi, pagliaccio επανακυκλοφορεί εμπλουτισμένο με κείμενα που γράφτηκαν για εκείνη από τους Νίκο Καζαντζάκη (η περίφημη κριτική του Νουμά), Θέμο Κορνάρο, Βούλα Δαμιανάκου, Λιλή Ζωγράφου, Βικτωρία Θεοδώρου, Χρήστο Λεβάντα, Γιάννη Μαγκλή, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Βασίλη Μοσκόβη, Λιλίκα Νάκου, Ασημάκη Πανσέληνο, Διδώ Σωτηρίου, Δημήτρη Φωτιάδη, Άρη Δικταίο, Έλλη Αλεξίου και Θανάση Θ. Νιάρχο.
Απαραίτητο ανάγνωσμα για όποιον αγαπά τη λογοτεχνία που εξακολουθεί να προκαλεί, όσα χρόνια κι αν περάσουν.