Παρακολουθώ τον Αλέξη Σταμάτη διακριτικά από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90. Είχα παρακινηθεί από την μαθηματική φόρμα της ποιητικής συλλογής, η «Απλή μέθοδος των τριών». Έκτοτε βέβαια πέρασε μεγάλο διάστημα και οι περισπάσεις ουκ ολίγες. Όπως και οι αποστάσεις. «Το βιβλίο της βροχής» όμως με εξέπληξε ευχάριστα. Αφού τριγύρισα στις σελίδες του, μπορώ να πω απερίφραστα πως ναι, το εν λόγω μυθιστόρημα είναι ένα έργο ώριμης συγκομιδής των καρπών που προσφέρει ο Αλέξης Σταμάτης χρόνια τώρα. Θα τολμήσω να το παρομοιάσω με πλατύσκαλο. Εκεί που στέκεσαι για λίγο, παίρνεις μια ανάσα και συνεχίζεις την ανηφόρα των παιγνίων του μυαλού.
Ένα μυθιστόρημα ιμπρεσσιονιστικής υγρασίας, όπως οι πίνακες του Μονέ. Η βροχή και για την ακρίβεια ο βαρύτονος κατακλυσμός που χτυπά με πάταγο τις στέγες της Αθήνας δίνει αφορμή για δύο οφθαλμοφανή φαινόμενα: πρώτον, συνδέει οντολογικά και σωματικά μια πλειάδα χαρακτήρων σε μια πολυφωνική τοιχογραφία και δεύτερον αποτελεί εφαλτήριο ανατροπών και εξομολογήσεων σε μια πόλη που μεταμορφώνεται πιο γρήγορα και από την ίδια την Ιστορία. Μέσα από μια διερυμένη camera obscura παρακολουθούμε μια λήψη τριών ωρών και δεκατεσσάρων λεπτών (μυθοπλαστική απεικόνιση του άρρητου αριθμού π), όπου ο κυματισμός της ανθρώπινης ψυχής δίνει και παίρνει.
Οι εντάσεις, οι απωθήσεις, τα κρυμμένα μυστικά, η υποκρισία, το ανεπιτήδευτο θάρρος, το ζωτικό ψεύδος, η έλξη που τρομάζει, ο έρωτας που διαφεύγει, φιλτράρονται μέσα από το μικροσκόπιο του συγγραφέα. Ο Αλέξης δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις και χρησιμοποιεί αφειδώλευτα τα γλωσσικά του εργαλεία για να περιγράψει τις ιδιοσυγκρασιακές εκτροπές του κάθε χαρακτήρα. Ας πάμε μια βόλτα για να του γνωρίσουμε από κοντά. Η Μυρτώ βρίσκεται στο μεταίχμιο της μετεφηβικής ηλικίας. Αστούλα, σε κατάθλιψη πολυτελείας. Δεν θέλει να μοιάσει στη μάνα της. Ακούει δυνατά μουσική, αναζητά σκοτάδια και το σώμα της είναι ένας ξένος. Ο κόσμος γριφώδης, ο έρωτας την παραλύει.
Ο Τζιμ και ο Νταράν είναι συγκάτοικοι. Μετανάστες, δεύτερο υπόγειο. Ο πρώτος Νιγηριανός, ο δεύτερος Κούρδος. Ο Τζιμ κάνει λίγο απ’όλα: πουλά σιντί, βαποράκι στη φούντα, περιστασιακός εραστής. Γενικά αισιόδοξος και δεινός παραμυθάς. Το μέλλον άδηλο, μια «στατιστική» παρεκτροπή. Ο Νταράν είναι το άλλο άκρο. Πρώην αλκοολικός, πρώην οικογενειάρχης, πρώην γενικώς. Πασχίζει να στεριώσει κάπου. Τον κατατρώει η θλίψη επειδή δεν μπορεί να συναρμολογήσει τις επιθυμίες του. Ο Τάσος ραπάρει ακατάπαυστα. Πρώτο υπόγειο. Θέλει απεγνωσμένα να φανεί. Να σπινάρει πάνω στην απατηλή λάμψη και να ξεφύγει από την γκετοποίηση της μοναξιάς.
Η Χαρά είναι φοιτήτρια ιατρικής. Ένα κέλυφος περιέργειας, ποστασιοποιημένη από τους χυμούς της ζωής. Μια στεγνή ύπαρξη που αναζητά, διέγερση. Ο Νίκος ένας υπάλληλος, που διψά να γίνει παράτολμος έστω και για μια στιγμή. Έχει συνηθήσει τα γλυκόλογα των κοριστσιών της οδού Φυλής. Μα θέλει κάτι αληθινό, μήπως και υπάρξει. Ο Ηλίας και η Ναυσικά, είναι το ηλικιωμένο ζευγάρι. Εκείνος σε άνοια. Κουβαλά μέσα του, ένα ασάλευτο μυστικό. Εκείνη, τον στηρίζει βασανιστικά. Ο γιος, έχει φύγει. Δύο γέρικα δέντρα σε μανιασμένους καιρούς. Η απόσταση, τους φέρνει κοντά. Ο Άρης, χρηματιστής εν γένει. Πόσα plan b έχει το αόρατο χρήμα; Παράγωγο κι αυτός, ίζημα στον πάτο του βαρελιού. Αναζητά την αλήθεια του, σε μια θάλασσα πλαστογράφισης.
Ο Βασιλείου, ένας βετεράνος συγγραφέας. Ματαιωμένος διανοούμενος, πλήρως ανασφαλής. Μια καλή μεταγραφή σε εμπορικό εκδοτικό. Το δημιουργικό του τέλος πλησιάζει. Το γνωρίζει. Ένα παραβολικό κάτοπτρο που πασχίζει να αλλάξει ταυτότητα. Μόνο που έχει χάσει τον Μίτο της Αριάδνης. Η γυναίκα. Σκέτα και απλά, «η γυναίκα». Ο καταλύτης του μύθου. Κατοικεί εκεί που ο χρόνος δεν σημαίνει τίποτε. Η γυναίκα, μια εκπεφρασμένη αναμονή. Η Ελένη, σκορπίζεται ανάμεσα στις πλαστικές και τις φιλανθρωπικές εκδηλώσεις. Ρυθμίσεις διάσωσης μιας ύπαρξης που δεν θέλει να γεράσει ησύχως, μα καταπνίγει με λύσσα τις ηδονές που τις προσφέρονται. Η ζωή σε πλήρη αναρρόφηση.
Τέλος η Ιόλη. Η παλιά ντίβα στο θεατρικό σανίδι και στα κινηματογραφικά πλατό. Το παρελθόν την εκβιάζει σαν όμορφος νταβατζής. Η Ιόλη, το ακροκέραμο της μυθοπλασίας της βροχής. Αναπάντεχη και επιβλητική. Η λίμνη των ονείρων. Οι χαρακτήρες του Αλέξη Σταμάτη προσδιορίζουν ως ένα μεγάλο βαθμό, τα όρια της οικειότητας με πρόσωπα και εκφράσεις που μας περιβάλλουν καθημερινά. Άψογος ωτακουστής μας φέρνει τα λόγια τους, κλέβει τις συνήθειες τους. Στον επίπεδο βέβαια της λογοτεχνικής εξαπάτησης κι όχι της «αντικειμενικότητας» ενός δημοσιογραφικού ρεπορτάζ.
Κυρίως όμως ο συγγραφέας προσπαθεί να ανακαλύψει τα τυφλά σημεία των ηρώων του. Μια νύξη χρειάζεται, για να απλωθεί ο χάρτης της απουσίας. Διότι ο κοινός παρονομαστής των ηρώων, ορίζεται από αυτό το πυκνό συναίσθημα του κενού χώρου. Ο Σταμάτης σκιαγραφεί τη ψηφίδα που λείπει κρατώντας τους ανθρώπους μας ατέλευτους. Γεύονται τη ζωή, πιασμένοι όμως από αγκαθωτό σύρμα. Μια ελεύθερη πτώση. Στην Αθήνα του σήμερα, που κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ως γνήσια γκραν-νταμ, κρύβει πρισσότερα απ’όσα δείχνει. Μια μητρόπολη Κιβωτός για ψυχές δραπετεύουσες, βλέμματα φευγάτα, αγγίγματα ενοχικά. Η Αθήνα της κάθαρσης και της αρχαίας σκουριάς. Μια αλληγορία υπαρκτή σε έναν κόσμο αλλαλάζοντα.
O Aλέξης Σταμάτης δεν είναι απλά ένας συγγραφέας πόλης. Περιπλανάται στο αστικό τοπίο, Οσμήζεται τις αλλαγές του, μαθαίνει τα ξοδέματα των ανθρώπων του. Παρατηρεί λοξά, τη περπατησιά τους. Τελικά ένα εξωφρενικό φυσικό φαινόμενο θα γίενι το όχημα όπου οι χαρακτήρες θα μετατοπιστούν όσο τους πρέπει για να έρθουν σε επαφή με το απαιτητικό ένστικτο τους. Με τις υπόκωφες εκρήξεις του Εγώ τους. Η λύτρωση αν υπάρχει, ποντάρει σε κάθε σταγόνα βροχής, σε κάθε ηλιαχτίδα που έρχεται έστω και με σφιγμένα χείλη.