Ο Περουβιανός συγγραφέας Σαντιάγο Ρονκαλιόλο εξηγεί γιατί είναι λάθος να πιστεύουμε ότι ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ανίκανος και άπειρος.
Στο να τραβάει επάνω του την προσοχή, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επιτυχία. Είναι λιγότερο από δύο εβδομάδες στην προεδρία και έχει εξοργίσει γυναίκες και υπερασπιστές των μεταναστών. Ταυτόχρονα, έχει φοβίσει τις μεγάλες πολυεθνικές – ένας συνδυασμός πρωτοφανής. Έχει υποχρεώσει τον πρόεδρο του Μεξικού να ακυρώσει την επίσημη επίσκεψή του και έχει προκαλέσει το βέτο της Ευρώπης για τον πρέσβη του. Έχει εκνευρίσει Ιρανούς, Κινέζους, ακόμα και τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ. Σχεδόν δύο εκατομμύρια Άγγλοι έχουν υπογράψει την έκκληση να απαγορευθεί η είσοδος του Τραμπ στη χώρα τους. Πέντε εκατομμύρια άνθρωποι έχουν υπογράψει ένα άλλο υπόμνημα εναντίον του, για πολλά και διάφορα. Ακόμα και στελέχη από το κόμμα του, όπως ο Τζον ΜακΚέιν και ο Άρνολντ Σβαρτζενέγκερ, τραβάνε τα μαλλιά τους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για ρεκόρ. Κανένας δεν μπόρεσε ποτέ να εξοργίσει ολόκληρο τον κόσμο –κυριολεκτικά– σε τόσο λίγο χρόνο. Όσο ακραία κι αν είναι, δεν είναι σίγουρο ότι τα μέτρα του προέδρου θα αποδειχθούν αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, η άρνηση της βίζας στους πολίτες επτά μουσουλμανικών χωρών παραβλέπει μια λεπτομέρεια: οι τρομοκράτες που έχουν πραγματοποιήσει επιθέσεις μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες τα τελευταία χρόνια είναι όλοι πολίτες των ΗΠΑ. Ούτε η αποτελεσματικότητα του τείχους στα σύνορα για την αναχαίτιση της μετανάστευσης από το Μεξικό είναι προφανής. Και, σε τελική ανάλυση, αν ο Τραμπ ελπίζει ότι το Μεξικό θα χρηματοδοτήσει το τείχος μέσω φόρων στα προϊόντα του, εκείνοι που στο τέλος θα πληρώσουν είναι οι καταναλωτές στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Προφανώς, ο πρόεδρος Τραμπ έχει πρόσβαση σε όλες αυτές τις πληροφορίες. Τότε, όμως, γιατί πασχίζει να καταστρέψει 70 χρόνια διπλωματικής δουλειάς; Τι ανάγκη έχει να χειρίζεται τις διεθνείς σχέσεις σαν ταύρος σε υαλοπωλείο; Πολλοί από τους επικριτές του κατηγορούν τον Τραμπ ότι είναι απλώς ανίκανος και άπειρος. Κάνουν λάθος. Όντως σκέφτεται, και μάλιστα με πολύ διαυγή τρόπο. Μόνο που σκέφτεται άλλο πράγμα: τον εαυτό του. Ο νέος πρόεδρος, ψημένος σε εμφανίσεις στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, έχει έναν ρόλο να φέρει εις πέρας. Είπε στους ψηφοφόρους του ότι αυτός θα ήταν διαφορετικός, και τώρα οφείλει να δώσει στο ακροατήριο αυτό που αγόρασε. Σύμφωνα με όσα έλεγε, όλοι οι πολιτικοί γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν, μόλις όμως πάρουν την εξουσία πουλιούνται στο σύστημα και ξεχνούν τις υποσχέσεις τους.
Αντίθετα, ο Τραμπ, όπως κάθε ηθοποιός, έχει χρέος απέναντι στο κοινό του (ένα κοινό που συμμερίζεται τις αξίες του: το 48% των συμπατριωτών του επιδοκιμάζει τον αποκλεισμό μουσουλμάνων).
Οι αποφάσεις του Λευκού Οίκου είναι τόσο βεβιασμένες που δεν περιμένουν, καν, τις εκθέσεις του Υπουργείου Εσωτερικών ή των δικών τους νομικών συμβούλων. Οφείλουν να είναι φρενήρεις, διότι λειτουργούν με τον ρυθμό τηλεοπτικού προγράμματος. Αν ο θεατής βαρεθεί, αλλάζει κανάλι. Για παράδειγμα, για να μη μειωθεί η ακροαματικότητα, ο πρόεδρος τοποθέτησε επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας τον διευθυντή μιας σκανδαλοθηρικής εφημερίδας.
Και ενόσω υπογράφει νόμους με τον πιο πρόχειρο τρόπο, ο Τραμπ γίνεται απίστευτα λεπτολόγος όταν επικρίνει τον αντίπαλό του: τα μέσα επικοινωνίας. Αποκλείει το CNN, κατηγορεί τα δελτία ειδήσεων ότι σπέρνουν το χάος και τουϊτάρει εμμονικά εναντίον κάθε εφημερίδας που μπορεί να τον επικρίνει. Ακόμα και εναντίον του κωμικού προγράμματος που τον διακωμώδησε ή του περιοδικού που έγραψε μια κακή κριτική για ένα από τα εστιατόριά του. Ο πραγματικός του στόχος δεν είναι πολιτικός αλλά επικοινωνιακός: θέλει το πρόσωπό του να μονοπωλεί τα μερίδια της τηλεθέασης. Ο Τραμπ ξέρει στην εντέλεια τι κάνει. Μόνο που δεν διοικεί μια χώρα. Διευθύνει ένα ριάλιτι σόου. Και, αν η τηλεθέαση το απαιτεί, είναι αποφασισμένος να το μετατρέψει σε ταινία τρόμου.
* Το άρθρο του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο δημοσιεύθηκε (03. 02. 2017) στην εφημερίδα El Comercio. Το μυθιστόρημά του Καρφίτσες στην άμμο αναμένεται από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση από τα ισπανικά του Κώστα Αθανασίου. Ο τελευταίος μετάφρασε και αυτό το κείμενο για τις «Σελίδες».