του Big Alejandro ✒
Έβλεπα το Bororό του Λένου Χρηστίδη (και μάλιστα με ιδιόχειρη αφιέρωση της Μαλβίνας-της Κάραλη ντε-στη μάνα μου) για πάρα πολλά χρόνια.
Λίγο ότι δεν άντεχα την Μαλβίνα, λίγο ότι σαν παιδί είχα την διαρκή τάση απόρριψης των
γονιών μου, πεισματικά δεν το διάβαζα.
Ένα βαρετό βράδυ, αποφάσισα να το διαβάσω, κυρίως για να έχω και επιχειρήματα όταν υποστηρίζω ότι δεν είναι καλό, αλλά ως εκ θαύματος μου έκανε τρομερή εντύπωση, σκαρφάλωσε σε χρόνο dt στα αγαπημένα μου και από τότε ο Λένος Χρηστίδης έχει δικό του ράφι στην βιβλιοθήκη μου.
Το Bororό λοιπόν ήταν το πρώτο του βιβλίο και από τότε έχει εκδώσει αρκετά μυθιστορήματα, μερικά θεατρικά (ένα εξ αυτών, το Δυο Θεοί: Το Τέλος Του Κόσμου Σε Τέσσερις Πράξεις τιμήθηκε με το Βραβείο Δραματουργίας «Κάρολος Κουν» το 2000 ενώ έπαιξε ενεργό ρόλο στη συγγραφή της ιστορικής μελέτης: Ο ΠΑΓΟΣ ή Πώς να Απολαμβάνετε Τα Αγαθά Του Καπιταλισμού Χωρίς Να Χάνετε Από Τα Μάτια Σας Το Στρατηγικό Όραμα Της Αταξικής Κοινωνίας.
B.A.: Μετά το Μόνολογκ του 2008 δεν έχετε εκδώσει κάτι. Ετοιμάζετε κάτι νέο; Με τι ασχολείστε αυτή τη περίοδο;
Λ.Χ.: Παρατηρώ τα τεκταινόμενα. Είναι τόσα πολλά που σχεδόν δεν έχω χρόνο για τίποτα άλλο.
B.A.: Από που αντλείτε τις ιδέες για τα βιβλία σας; Δε σας κρύβω πως διαβάζοντάς τα, νιώθω πως υπάρχουν αρκετές προσωπικές αναφορές στους κεντρικούς ήρωες. Στο έργο σας διακρίνω κάποιες «εμμονές» ή πιο σωστά, κάποια επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Πιο συγκεκριμένα, συναντάμε συνέχεια ανοιχτή τηλεόραση στο mute, τους Ελληνάρες που βρίσκονται στους «δευτέρους ρόλους» ή τον κλειστό κύκλο της παρέας των πρωταγωνιστών που βιώνουν έντονα την διαφορετικότητα τους μέσα στην νεοελληνική πραγματικότητα. Σχετίζονται αυτά τα δυο;
Λ.Χ.: Ο άνθρωπος είναι ένα ον γεμάτο εμμονές. Από το πώς προτιμάς τον καφέ σου μέχρι πως προτιμάς τα βιβλία που διαβάζεις — ή γράφεις. Οι εμμονές είναι που μας χαρακτηρίζουν. Και μας ξεχωρίζουν.
B.A.: Διαβάζετε λογοτεχνία; Υπάρχουν σύγχρονα βιβλία που να έχουν τραβήξει την προσοχή σας; Ακόμη, θα με ενδιέφερε να μάθω μερικά από τα all time αγαπημένα σας. Υπάρχουν τίτλοι στους οποίους να επιστρέφετε ξανά και ξανά;
Λ.Χ.: Διαβάζω του σκοτωμού, είναι ένα πολύ ωραίο χόμπι και σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Αυτή τη
στιγμή βρίσκομαι στη μέση της βιβλιογραφίας του P. K. Dick και πιο συγκεκριμένα στο Unteleported Man. Τίτλοι και συγγραφείς, έτσι χωρίς πολύ σκέψη, ατάκτως εριμμένα, Μόμπι Ντικ, Λολίτα, Κατς‑22, Κάφκα, Τομ Ρόμπινς, Λαβκραφτ, Εμπειρίκος, Ντάγκλας Άνταμς, Ο Μαιτρ κι η Μαργαρίτα, Συνασπισμός Ηλιθίων, Η Καρδιά Του Σκότους, Σκαρίμπας, Κέρουακ, Ντοστογιέφσκι και φυσικά Μπέκετ. Τελευταία ξαναδιάβασα τον Πόλεμο Με Τις Σαλαμάνδρες του Τσάπεκ. Πάρα πάρα πολύ επίκαιρο.
B.A.: Κάπου είχα διαβάσει πως «καλλιτέχνης» δεν γίνεσαι από περίσσευμα, αλλά κυρίως από έλλειψη. Σε ποια ηλικία αρχίσατε να γράφετε και πως πρόεκυψε;
Λ.Χ.: Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να γράφει κανείς. Λεφτά, δόξα, ψυχοθεραπεία. Γράφω ημερολόγιο από το γυμνάσιο. Τα υπόλοιπα είναι απλά μια λογική συνέχεια.
B.A.: Γύρω μας βιβλιοπωλεία κλείνουν, εκδοτικοί οίκοι μειώνουν τους κύκλους εργασιών τους, έρευνες λένε πως ο έλληνας πιο πολύ γράφει, παρά διαβάζει και το ίδιο το βιβλίο ευτελίζεται, ως ένα προϊόν που δίνεται δωρεάν με τις εφημερίδες. Πόσο εύκολο είναι να ζήσει κάποιος αποκλειστικά από την συγγραφή, χωρίς να αναλώνεται σε καθημερινή αρθρογραφία σε χίπστερ και λάιφ-στάιλ έντυπα;
Λ.Χ.: Δεν είναι εύκολο. Είναι αδύνατο. Αλλά πρέπει κάποτε να συμβιβαστούμε στην ιδέα ότι ζούμε σε μια χώρα που, αν και ευαγγελίζεται ότι είναι γενέτειρα του πολιτισμού και όλων ανεξαιρέτως των τεχνών, κατά βάσην η mainstream αντίληψη που εκδηλώνεται, φυσικά και σε κρατικό επίπεδο με τους διαδοχικούς απιστευπίθανους Υπουργούς Πολιτισμού, είναι ότι οι Τέχνες και η Παιδεία γενικά, είναι κάτι άχρηστες, ακατανόητες και «αδερφίστικες» καταστάσεις για αριστερούς άπλυτους τρομοκράτες. Υπό αυτές τις συνθήκες και μόνο που έχουμε αυτή τη συζήτηση είναι «κατάκτηση».
B.A.: Γιατί τα βάζετε τόσο συχνά με την «σύγχρονη Ελλάδα»; Στα βιβλία σας, γίνεται κριτική για την ελληνική μαγκιά, τον ρατσισμό και την αίσθηση υπεροχής και μοναδικότητας που έχουμε ως έθνος, αλλά και την βλακεία των ανθρώπων με στολές και την κοινωνική υποκρισία της επαρχίας. Αυτά είναι αυτά που φταίνε για την κατάσταση στην οποία έχουμε φτάσει σήμερα; Έχετε ελπίδες ότι κάποια στιγμή θα αλλάξει η κατάσταση προς το καλύτερο;
Λ.Χ.: Δεν ξέρω γιατί τα βάζω με τη «σύγχρονη Ελλάδα». Ίσως η ελληνική μαγκιά, ο ρατσισμός, η αίσθηση υπεροχής και μοναδικότητας που έχουμε ως έθνος, αλλά και η βλακεία των ανθρώπων με στολές και η κοινωνική υποκρισία της επαρχίας έχουν να κάνουν κάτι μ’ αυτό. Ελπίδα για καλύτερο αύριο; Μόλις την αποκτήσω θα ιδρύσω κόμμα και θα σας σώσω όλους.
B.A.: Γιατί είναι τόσο άσχημα τα πράγματα; Εννοώ, τι δεν πήγε καλά; Γιατί δεν έχουμε καταφέρει να καταλάβουμε πως δεν μπορούμε να παρκάρουμε πάνω στα πεζοδρόμια, να πετάμε τα σκουπίδια μας όπου βρούμε και να βάζουμε την μουσική όσο δυνατά γουστάρουμε όποια ώρα και αν είναι;
Λ.Χ.: Όλα αυτά που αναφέρετε είναι ζητήματα παιδείας. Όπως προείπα, στη χώρα μας δεν υπάρχει (κρατικό) ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο θέμα.
B.A.: Κοιτώντας την κοινωνία του σήμερα βλέπετε διαφορές από την Ελλάδα των 80’s και των 90’s; Έχει καταφέρει ο Έλληνας να δει λίγο πέρα από το προσωπικό του συμφέρον και να συλλάβει την γενικότερη εικόνα;
Λ.Χ.: Όχι, δεν έχει καταφέρει να δει τίποτα.
B.A.: Θα μπορούσε να πει πως αλλαγές υπάρχουν, πως κάποια βήματα προς τα μπροστά έχουν γίνει. Μια μεγάλη μερίδα του κόσμου έχει αρχίσει να παίρνει πρωτοβουλίες, να αυτό-οργανώνεται σε τοπικές συνελεύσεις ανά γειτονιά, να ενημερώνεται από το ίντερνετ και όχι από την τηλεόραση. Ακόμα και το ότι για πρώτη φορά χρειάστηκε να συνεργαστούν Πα.Σο.Κ και Ν.Δ. για να κάνουν από κοινού κυβέρνηση-πράγμα που πριν πέντε χρόνια θα ‘ταν γέννημα της φαντασίας του πιο σουρεαλιστή λογοτέχνη-μιας και δεν τους στήριξε ο κόσμος, δεν λέει κάτι;
Λ.Χ.: Συνεργάστηκαν γιατί δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα που πάντα εκπροσωπούν. Αν μπορούσαν ‑και όσο μπορούσαν- να τα εκπροσωπήσουν μόνοι τους, όπως έκαναν μέχρι πριν 3 χρόνια, θα το έκαναν. Δεν άλλαξαν νοοτροπία, ούτε αυτοί ούτε οι ψηφοφόροι τους. Αν μ’ ένα μαγικό τρόπο, η οικονομία επέστρεφε στις παλιές καλές εποχές του κότερου και του λάιφ-στάιλ και οι μισθοί και οι συντάξεις επανέρχονταν ή τριπλασιάζονταν, η ΝουΔού και η Πασοκάρα θα χτυπάγανε
σαραντάρια.
B.A.: Μουσική ακούτε; Έχετε κάποιους αγαπημένους δίσκους καλλιτέχνες;
Λ.Χ.: Μου αρέσουν ιδιαίτερα οι κλασικοί συνθέτες της αρχαιότητος. Dylan, Zeppelin, Stones, Ramones, garage, punk, post-punk. Δε κλάσικς.
B.A.: Ποια είναι η σχέση σας με τον έρωτα; Λογοτεχνικά μιλώντας φαίνεστε τουλάχιστον αδιάφορος για τις ερωτικές σχέσεις ενώ πρωταγωνιστούν οι φιλικές και κυρίως μεταξύ των ανδρών. Δίνετε πιο μεγάλη βαρύτητα στην φιλία από ότι στον ερώτα; Και τέλος θα διαβάσουμε ποτέ κανένα love story από τον Λένο Χρηστίδη;
Λ.Χ.: Νομίζω ότι κάνετε λάθος. Όλοι μου οι χαρακτήρες έχουν ερωτική ζωή και μάλιστα (αυτοί που εκτιμώ) περίπλοκη και ‑άρα- υγιή, απλά δεν τη βάζω στο πρώτο πλάνο, αυτό είναι δουλειά άλλων συναδέλφων. Προσπαθώ να καταγράφω καταστάσεις που ‑φαινομενικά- κατανοώ και ελέγχω. Η φιλία είναι ένα θέμα που έχω «σπουδάσει». Η διαδικασία της ερωτικής συμπεριφοράς μού είναι ακόμα εν πολλοίς ακατανόητη ‑και ελπίζω να μείνει έτσι.