Αδύνατος, μεσαίου ύψους. Αξιοθαύμαστα ευγενικός. Τυλιγμένος σχεδόν μόνιμα σε ένα τσαλακωμένο σακάκι. Μπορεί να ξεγελάσει τον καθέναν. Με την πρώτη ματιά είναι σίγουρο πως θα τον περάσεις για φιλελεύθερο καθηγητή Τεχνών σε μικρό κολέγιο. Ή στην καλύτερη περίπτωση, συγγραφέα εναλλακτικών “campus” μυθιστορημάτων. Και όμως μην παρασύρεστε. Ο Ντον Γουίνσλοου είναι ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς θρίλερ, σήμερα.
Μας έχει παραδώσει μερικές από τις πλέον άγριες, βίαιες και με έντονη συναισθηματική ηχώ, αστυνομικές περιπέτειες των τελευταίων χρόνων. «Το Καρτέλ» συγκεφαλαιώνει με έναν επικό τρόπο το «Ελτοράντο» των συνόρων. Εκεί που άνθρωποι και κοινωνίες είναι άμεσα συνυφασμένοι με το εμπόριο ναρκωτικών. Η ακραία εκδοχή του πολιτικού αλισβερισιού. Στο εξώφυλλο και της ελληνικής έκδοσης (μετάφραση: Ιλάειρα Διονυσοπούλου) ο μέγιστος Τζέιμς Έλροϊ σημειώνει πως «Το Καρτέλ» είναι η τολστοϊκή απόδοση του «Πόλεμος και Ειρήνη» των ναρκωτικών. Προφανώς και το εννοεί με την ομηρική διάσταση του έπους, εκεί που το Καλό και το Κακό συγκρούονται δίχως «καθαρές» θέσεις.
Γεγονός είναι πως ο Έλροϊ αποκαλύπτει την ψυχή του έργου. Αν και ο τομέας «Ειρήνη», απουσιάζει από το βιβλίο. Η λωρίδα της Γάζας των παράνομων εμπορευμάτων παντώς είδους στην Αμερική είναι η συνοριακή γραμμή Η.Π.Α — Μεξικό. Όποιοι μπουν στο κόπο και διαβάσουν αυτό το ογκώδες μυθιστόρημα των 850 σελίδων περίπου, θα εκπλαγούν ευχάριστα. Διότι πολύ απλά, ξεπερνά τα έως τώρα δεδομένα που ο αναγνώστης περιμένει να διαβάσει, για τους βαρόνους της κόκας.
Ο τίτλος και μόνο, προϊδεάζει τον αναγνώστη. Ο οποίος μπαίνει αυτόματα στην διαδικασία της σύγκρισης με άλλα μυθιστορήματα ή κινηματογραφικές ταινίες, που όπως και να το κάνουμε έχουν επηρεάσει το οπτικό νεύρο, διαχρονικά. Όμως ο Ντον Γουίνσλοου, λόγω της μακράς έρευνας του κοντά σε μεγαλέμπορους κοκαΐνης, μπορεί να αποδώσει πιστά την αλήθεια της πράξης και του σκεπτικού που προηγήθηκε. Το σημαντικό εδώ είναι πως ο συγγραφέας δεν αποδίδει μόνο την «ανθρώπινη» πλευρά του οργανωμένου εγκλήματος, που από μόνο του συνιστά μέγιστη αντίφαση, αλλά ξεδιπλώνει έναν καμβά χαρακτήρων, που από τη στιγμή που γεννήθηκαν παίζουν το δολοφονικό παιχνίδι του θύτη και του θύματος, με εναλλασσόμενους ρόλους.
Παρότι αρκετοί συγγραφείς εμφανίζουν γενικώς τις προσωπικές τους εμπειρίες σαν μυθοπλαστικό βοήθημα, ο Γουίνσλοου κυριολεκτεί. Διότι βιοποριζόταν ως ιδιωτικός ντετέκτιβ από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 έως τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ήταν άνθρωπος της «πιάτσας». Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο με μεταπτυχιακό πάνω στην στρατιωτική ιστορία και ήταν πολύ κοντά στο να προσληφθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α, στο τμήμα της αντικατασκοπείας. Αντί αυτού, την δεκαετία του ’90, έγινε οδηγός σαφάρι στην Αφρική.
Έμπνευση για «Το Καρτέλ» στάθηκε ένα τραγικό γεγονός: 20 άνθρωποι γαζώθηκαν από σφαίρες οπλοπολυβόλου στην παραλία Ενσενάδα του Μεξικό, μία ώρα απόσταση από το Σαν Ντιέγκο, όπου ο Γουίνσλοου εκείνη την εποχή έκανε διακοπές με την οικογένεια του. Η ιδέα και η εικόνα της μαζικής αυτής δολοφονίας και άλλων που ακολούθησαν έκαναν τον συγγραφέα να αναρωτηθεί: Υπάρχει πάτος στο βαρέλι της καταστροφής; Ο Γουίνσλοου αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει για όλα αυτά. Δεν είναι συγγραφέας οπισθοφυλακής όπως αρέσκεται να δηλώνει. Τα καρτέλ στα σύνορα εξοπλίζονται, μεγαλώνουν και σκορπούν ανεξέλεγκτους θανάτους, πολλές φορές για επίδειξη. Και αυτό είναι το πιο τραγικό. Ο ίδιος ο συγγραφέας λέει: «Οι Η.Π.Α εδώ και χρόνια έχουν πέσει στο βαθύ πηγάδι της πολιτικής σχιζοφρένειας. Στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα. Δεν καταλαβαίνουν το Μεξικό. Οι πολιτικοί μας νομίζουν πως είναι μια μηχανή παραγωγής κοκαΐνης και τίποτε άλλο. Το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι παγκόσμιο. Οι κυβερνήσεις μου, ξοδεύουν εκατομμύρια δολάρια στο να εισάγουν «παράνομα» να ναρκωτικά και μετά να πολεμούν «νόμιμα» τα καρτέλ. Είμαστε άξιοι της μοίρας μας».
Ο Γουίνσλοου αντιλαμβάνεται το γράψιμο ως μια σωματική εργασία, φερειπείν σε εργοστάσιο. Η πρόζα του είναι μινιμαλιστική και ταυτόχρονα σφοδρή. Η ιστορίες του, γρήγορες σαν σφαίρες Καλάσνικοφ ΑΚ-47. Οι σελίδες του είναι «λεπτές». Εκεί δεν υπάρχει χώρος για περισυλλογή. Αλλάζει την οπτική γωνία της αφήγησης με ταχείς ρυθμούς. Σε τέτοιου είδους βιβλία κανονικά δεν πρέπει να δουλεύει. Και όμως ο Γουίνσλοου, το κάνει να δουλέψει. Καθώς έγραφε «Το Καρτέλ», τον κατέκλυσε ο φόβος να μην πέσει στην παγίδα της «πορνογραφίας της βίας». Μην καταλήξει ένας «ματάκιας» των φόνων. Στο βιβλίο προσπάθησε να το αποφύγει αυτό, σεβόμενος πρωτίστως τους νεκρούς. Στους δε βαρόνους των ναρκωτικών, αποδίδει με ανθρώπινο τρόπο την απανθρωπιά τους. Ο Γουίνσλοου λέει σχετικά: «Για μένα δεν είναι αρκετό να πεις ότι ο τάδε είναι αλήτης. Συγγραφικά τουλάχιστον πρέπει να εισέλθεις στο άμεσο περιβάλλον του και να δεις τα πράγματα από την δική του οπτική γωνία. Μπορεί να μην σου αρέσει αυτό που βλέπεις, αλλά αξίζει να κάνεις μια προσπάθεια να καταλάβεις».
Ύστερα από τόσα χρόνια βυθισμένος στον ναρκόκοσμο, ο Γουίνσλοου πιστεύει ακράδαντα ότι η πεζογραφία είναι απείρως πιο δυνατή από την δημοσιογραφία, στην κατανόηση των ευαίσθητων περιοχών της ανθρώπινης συμπεριφοράς. «Οι συγγραφείς έχουν την άδεια να φανταστούν τα συναισθήματα, τις απόψεις και την ψυχολογία των υποκειμένων γύρω μας. Η πεζογραφία δεν μπορεί ποτέ να μετατραπεί σε πληροφορία. Η πεζογραφία είναι πάντοτε σε θέση να πει την αλήθεια, δίχως αλλοιώσεις».
Πηγή: L.A Times, απόδοση: Νίκος Κουρμουλής