Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα, είναι ο Νγκούγκι Γουά Θιόνγκο από την Κένυα. Τα βιβλία του (μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά, δοκίμια, ποιήματα), έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 60 γλώσσες. Πολλές φορές αναφέρεται στον εαυτό του ως «ένας μαχητής της γλώσσας». Εκτός από τα δεκάδες βραβεία του, ο Θιόνγκο κατέχει και ακαδημαϊκή θέση, ως καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Ιρβάιν στην Καλιφόρνια. Την άνοιξη που μας πέρασε το έγκυρο «Los Angeles Review of Books», του πήρε μια εφ’όλης της ύλης συνέντευξη. Ας δούμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα:
ΕΡ: Σας είχε περάσει καθόλου απ΄το μυαλό, πως θα γίνετε ένας αναγνωρισμένος λογοτέχνης και ότι τα βιβλία σας θα μεταφράζονταν σε 60 διαφορετικές γλώσσες;
Ν.Θ: Όχι, ποτέ. Για να είμαι ειλικρινής, ούτε συγγραφέας μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι θα γίνω. Ο αγώνας για πετύχω ότι έχω καταφέρει μέχρι σήμερα, ήταν πολύ σκληρός και πήρε χρόνια. Ο ανταγωνισμός για μια θέση στη ζωή, στο πανεπιστήμιο, ήταν αδυσώπητος. Από μικρός κατάλαβα ότι δεν υπήρχαν εύκολα περιθώρια για δεύτερες ευκαιρίες. Αν για οποιοδήποτε λόγο με πέταγαν έξω, θα ήταν πολύ δύσκολο να επιστρέψω. Μου άρεσε το διάβασμα. Όπως αναφέρω και στην αυτοβιογραφία μου, όταν έμπαινα μικρός σε μια βιβλιοθήκη, η φιλοδοξία μου ήταν να διαβάσω όλα τα βιβλία που έβλεπα γύρω. Η πραγματικότητα βέβαια έχει άλλες βλέψεις, αλλά αυτή μου η επιθυμία παραμένει ζωντανή μέχρι και τις μέρες μας.
ΕΡ: Πως βλέπετε τον εαυτό σας στο λογοτεχνικό στερέωμα, σήμερα;
ΑΠ: Είμαι ένας μαχητής της γλώσσας. Θέλω να ενώσω τη φωνή μου με όσους σε παγκόσμια κλίμακα, προσπαθούν να σώσουν γλώσσες που σήμερα κακώς θεωρούνται περιθωριοποιημένες ή μιλιούνται από λίγους. Για την ανθρώπινη κοινότητα, την μικρή ή την μεγάλη, δεν νοείται περιθωριοποιημένη γλώσσα. Οι γλώσσες μοιάζουν με τα μουσικά όργανα. Δεν μπορεί να ζήσουν μερικά αντιπροσωπευτικά είδη και τα υπόλοιπα να καταδικαστούν σε θάνατο, όπως κανείς δεν μπορεί να επιβάλει έναν και μοναδικό τρόπο για το πως θα παίζεται η μουσική.
ΕΡ: Αρκετά από τα έργα σας έχουν λογοκριθεί, ενώ εσείς έχετε κυνηγηθεί πολιτικά. Τι σας έχει μείνει απ’όλα αυτά;
ΑΠ: Τα ψέματα των αποικιοκρατών. Οι ακρότητες των βρετανικών δυνάμεων στην Κένυα, ήταν πολλές και μεγάλες. Ένα από τα ψέματα τους ήταν πως αυτοί είναι πιο ευγενικοί από άλλους κατακτητές. Η λογική τους ήταν η εξής: οι άλλοι ανταγωνιστές είναι χειρότεροι από εμάς. Εμείς σας φερόμαστε καλύτερα. Άρα, μας έχετε ανάγκη. Η λογική του λιγότερου κακού. Η περίοδος της άγριας αποικιοκρατίας ήταν πολύ στενάχωρη για μένα. Όμως, με ώθησε στο να γράψω και το πλήρωσα. Δεν παραπονιέμαι. Ο αγώνας έχει το τίμημα του.
ΕΡ: Η επιτυχία σας χτύπησε τη πόρτα εκτός Κένυας. Πάνω από τρεις δεκαετίες ήσασταν εξόριστος. Νιώσατε καθόλου αποκομμένος από τις εξελίξεις στην ιδιαίτερη πατρίδα σας;
ΑΠ: Όχι, ποτέ. Προσπάθησα να αντιπαραθέσω στην επιτυχία που αναφέρετε, την πεποίθηση πως η εξορία επηρεάζει την Ιστορία, με παράξενους και πολλές φορές γοητευτικούς τρόπους. Σκεφτείτε τον Μωυσή και τον Ιησού στην Αίγυπτο, τον Μωάμεθ με τους μαθητές του να βρίσκουν καταφύγιο στην χριστιανική Αιθιοπία, τον Μαρξ στο Λονδίνο. Η εμπειρία της εξορίας βλασταίνει σκέψεις που αργότερα έχουν επίδραση στην πατρίδα. Νομίζω ότι αυτό εννοούσε ο συγγραφέας από τα νησιά Μπαρμπάντος Τζορτζ Λάμινγκ, στο περίφημο βιβλίο του The pleasures of exile. Με τα χρόνια έχω αναπτύξει μια θεωρία που την ονομάζω: «η φαντασία της παγκόσμιας γλώσσας». Είναι κατά κάποιο τρόπο μια προέκταση του βλέμματος του Μπλέικ, όπου έβλεπε την αιωνιώτητα μέσα απ’έναν κόκκο άμμου.
ΕΡ: Πιστεύετε ότι το κοινό της Δύσης, μπορεί να καταλάβει πλήρως τα βιβλία σας;
ΑΠ: Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν καλλιτεχνικές δημιουργίες που είναι σε θέση να τις εκτιμήσει μοναχά μια κοινωνία. Εάν πράγματι υπάρχουν, τότε είναι κακή τέχνη. Κάθε αναγνώστης για παράδειγμα φέρνει σ’ένα έργο, ένα παγκόσμιο βλέμμα, που έχει εξασκηθεί από τις προσωπικές του εμπειρίες. Εξάλλου όταν ξεκινώ την συγγραφή ενός νέου βιβλίου, προσπαθώ να αναμετρηθώ με το άγνωστο. Να εξερευνήσω μια αφηρημένη αρχικά ιδέα. Στο μυαλό μου αυτό το άγνωστο, είναι η παγκόσμια γλώσσα.
ΕΡ: Παρά τις δυσκολίες, παραμένετε απτόητος και συνεχίζετε το γράψιμο
ΑΠ: Από το γράψιμο αντλώ τη δύναμη μου. Οι συγγραφείς να ξέρετε είναι μέρος της παράδοσης των προφητών. Ο γιος μου που είναι καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, σ’ένα από τα τελευταία του ποιήματα έχει βάλει έναν χαρακτήρα να λέει πως το να κυνηγάς μαζί με τις λέξεις είναι πολύ επικίνδυνο. Και είναι αλήθεια. Όλοι οι αληθινοί προφήτες δεν γλύτωσαν από τη φυλακή ή την εξορία. Άλλοι εκτελέστηκαν. Το μόνο που κατείχαν ήταν οι λέξεις. Τελικά γράφω, γιατί ζω. Γράφω πολλές φορές για θέματα που αφορούν την απώλεια, διότι θέλω βοηθήσω τους ανθρώπους να ανταπεξέλθουν στον πόνο. Να γιατρέψουν τις πληγές τους. Πρέπει όμως πρώτα να τις βρουν.
Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Νγούγκι Γουά Θιόνγκο Πέταλα από αίμα, σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου