Κατερίνα Καριζώνη
Η πόλη των αθώων
2016, σελ. 206, τιμή 15 ευρώ
Από τον Φίλιππο Φιλίππου
Η Κατερίνα Καριζώνη, γεννημένη στη Θεσσαλονίκη, σ’ ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματά της, το Βαλς στην ομίχλη, μιλάει για τη γενέτειρά της, όπως τη φαντάστηκε τον 19ο αιώνα, την χρησιμοποιεί ως χώρο δράσης των ηρώων της που μπλέκουν σε μια ιστορία μυστηρίου και εγκλημάτων. Τώρα, με το Η πόλη των αθώων, θέλοντας ν’ αποτίσει φόρο τιμής σ’ αυτήν και τους αγώνες των κατοίκων της, τοποθετεί τη δράση σε μια κρίσιμη περίοδο, εκείνη της Κατοχής, όταν η πόλη γίνεται θέατρο πολεμικών συγκρούσεων, μα και εμφύλιων σπαραγμών. Τότε, οι κάτοικοί της, αθώοι, όπως τους χαρακτηρίζει, εξωθούνται –από τις ακραίες συνθήκες που επικρατούν–, να εμφανίσουν τον κρυμμένο χαρακτήρα τους: άλλοι τον καλό και άλλοι τον άσχημο. Οι πρώτοι υπερβαίνουν τον γήινο εαυτό τους, κάνουν ανδραγαθήματα, δοξάζουν τον απλό άνθρωπο, ο οποίος σε δύσκολες καταστάσεις μπορεί να μεγαλουργήσει. Οι δεύτεροι, έμπλεοι φόβων και ανασφαλειών, όχι μόνο συμβιβάζονται αλλά κινούμενοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, γίνονται όργανα των κατακτητών, προδίδοντας τους συνανθρώπους τους
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη το 1940, Νοέμβρη μήνα, όταν «ένα παγερό χιονόνερο έπεφτε στην πόλη απ’ το πρωί» και στα δέντρα «δεν είχε απομείνει ούτε ένα φύλλο», ενώ «μοναχικά πουλιά τριγύριζαν στις στέγες και στα κράσπεδα των δρόμων». Σ’ αυτό το ποιητικό σκηνικό, ιταλικά αεροπλάνα, καμουφλαρισμένα με την ελληνική σημαία, βομβαρδίζουν τη Θεσσαλονίκη. Τότε οι αναγνώστες κάνουν τη γνωριμία των δύο πρωταγωνιστών του μυθιστορήματος, της Τασούλας και του Άρη. Η Τασούλα είναι κόρη του Κώστα του τσαγκάρη, μέλους του ΚΚΕ, από την Κομοτηνή, και ο Άρης, φοιτητής της Νομικής, γιος του Γεράσιμου Αναγνωστάκου, καταγόμενου από τη Μάνη.
Στη συνέχεια, ο Άρης αποφασίζει να πολεμήσει τους κατακτητές –οι Γερμανοί κατέχουν ήδη την Ελλάδα–, από τις γραμμές του ΕΑΜ. Στην πόλη, το καλοκαίρι του 1942, οι εαμικές οργανώσεις πληθύνονται και στην ενδοχώρα απλώνονται τα δίκτυα των ανταρτών του ΕΛΑΣ. Ταυτόχρονα, οι Γερμανοί, συνεπικουρούμενοι από τους έλληνες συνεργάτες του, τους ναζιστές των ταγμάτων του Πούλου, προχωρούν σε εκκαθαρίσεις αντιστασιακών και στην πόλη επικρατεί ο φόβος κι ο τρόμος. Ο Άρης μπαίνει στο ΕΑΜ, ενώ φουντώνει η αγάπη του για την Τασούλα, η οποία ανταποκρίνεται στα αισθήματά του.
Στην ουσία, παρά το ότι η Κατερίνα Καριζώνη περιγράφει με μελανά χρώματα τη ζωή στη Θεσσαλονίκη τον καιρό της Κατοχής, αφηγούμενη μικρές καθημερινές ιστορίες απλών ανθρώπων που συμμετείχαν στην αντίσταση κατά των κατακτητών, κι ενώ ενδιαμέσως παρεμβάλλει μια διαφορετική ιστορία που αφορά τους θησαυρούς του Αγίου Όρους και την προσπάθεια ενός Γερμανού καθηγητή να τους οικειοποιηθεί, το θέμα της είναι η σχέση της Τασούλας και του Άρη. Δηλαδή, Η πόλη των αθώων είναι ένα αισθηματικό μυθιστόρημα: μια ιστορία αγάπης που μοιάζει αληθινή. Μπορεί ο Άρης να έγινε μέλος της ΟΠΛΑ, της Οργάνωσης Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών, που είχε ως στόχο την εξολόθρευση των ταγματασφαλιτών και των συνεργατών των κατακτητών, μπορεί να πυροβόλησε προδότες, σύμφωνα με τη γνωστή φράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» –η Τασούλα έγινε μέλος της ΕΠΟΝ–, ωστόσο η συγγραφέας αποφεύγει να δείξει σκηνές αιματηρής βίας. Διότι σε ένα αισθηματικό μυθιστόρημα ο αναγνώστης δεν πρέπει να δηλητηριάζεται με σκηνές αίματος και φρίκης. Oι συγκρούσεις μεταξύ των εαμιτών και των προδοτών παρουσιάζονται χωρίς ωμότητα, αντιθέτως, η σχέση των δύο νεαρών μαχητών της ελευθερίας φαίνεται σε όλη την ποιητική της διάσταση: «Ώστε μ’ αγαπάει», παραμιλάει ο Άρης, σαν να ήταν μεθυσμένος, αφού «μήνες τώρα μεθούσε με τη σκέψη της Τασούλας». Και βέβαια, στη λογοτεχνία μια ιστορία αγάπης τελειώνει αισίως, κάτι που σπανίως συμβαίνει στη ζωή. Εδώ, όμως, στο τρυφερό μυθιστόρημα της Κατερίνας Καριζώνη, η ζωή κι η λογοτεχνία πάνε χέρι χέρι.