του Νίκου Κουρμουλή
Ο Γκιγιόμ Μισό, στα σαράντα ένα του χρόνια, φαίνεται πως είναι ο συγγραφέας που προτιμούν οι Γάλλοι. Σε μια πρόσφατη έρευνα της εφημερίδας Le Figaro κατέλαβε την έβδομη θέση ανάμεσα σε διαχρονικά «τέρατα» της γαλλικής και, ευρύτερα, της ευρωπαϊκής διανόησης. Η ζωηρή, γεμάτη ενέργεια και πάθος γραφή του Μισό αφήνει πίσω τους Μπαλζάκ, Ουελμπέκ, Σταντάλ, Καμύ, Σελίν, Δουμά και πολλούς άλλους. Δηλαδή, τους μισούς περίπου κλασικούς συγγραφείς της χώρας, που υποτίθεται ότι συνεχίζουν να επηρεάζουν το παγκόσμιο συγγραφικό στερέωμα. Γι’ αυτό το λόγο κυκλοφορούν φήμες πως το περιοδικό Time τον έχει συμπεριλάβει στη μικρή λίστα των ονομάτων για το πρόσωπο του 2016. Για τον πρώην καθηγητή οικονομικών τα νούμερα ήταν το προνομιακό του πεδίο – και παραμένουν απ’ ό,τι φαίνεται. Δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως τα βιβλία του θα έφευγαν από τα ράφια πριν καν τοποθετηθούν καλά καλά, με τις πωλήσεις να εκτοξεύονται σε δυσθεώρητα ύψη.
Μια καλή αφορμή για να διαπιστώσετε το φαινόμενο Γκιγιόμ Μισό είναι το προτελευταίο του μυθιστόρημα, με τίτλο Σέντραλ Παρκ (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη). Ένα ευρηματικό νουάρ που προκαλεί ίλιγγο με τις παράτολμες διαθέσεις και την πλοκή του. Μια νεαρή αστυνομικός και ένας πιανίστας της τζαζ ξυπνούν σ’ ένα παγκάκι στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης με κενά μνήμης. Μεταξύ τους δεν γνωρίζονται, ενώ το παρελθόν της προσωπικής ζωής και των δύο μοιάζει ομιχλώδες. Ένα διπλό ερώτημα που κρύβει εκπλήξεις για τους πρωταγωνιστές και κυρίως για τους αναγνώστες. Εξαρχής ο Γκιγιόμ Μισό τοποθετεί την ιστορία σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο θα οδηγήσει την ανάγνωση μέσα από δαιδαλώδεις δρόμους, προς εξηγήση της μοιραίας συνάντησης. Μην περιμένετε εύκολες λύσεις. Στο δεύτερο σκέλος, το παρελθόν των πρωταγωνιστών είναι εκείνο που διαταράσσει τις όποιες βεβαιότητες.
Η ιδέα του Σέντραλ Παρκ βασάνιζε πολύ καιρό το συγγραφέα. Πήρε την τελική της μορφή στο Χονγκ Κονγκ. Εκεί ο Μισό, επηρεασμένος από το λαβυρινθώδες οδικό δίκτυο, σκέφτηκε να «ρίξει» τους ήρωές του σε ανάλογο αφηγηματικό περιβάλλον και να δει τι θα γίνει. Επί της ουσίας, όπως λέει, ήθελε να τοποθετήσει τους πρωταγωνιστές σε μια κατάσταση μη αναστρέψιμη. Να τους στριμώξει έτσι ώστε ακόμα και ο ίδιος να είναι δύσκολο να τους απελευθερώσει. Παράλληλα, αποφάσισε να μην αφεθεί στην ευκολία του υπερφυσικού στοιχείου. Η πλοκή να είναι άμεση, σαφής και λιτή. Σαν ένα καθημερινό συμβάν. Ο συγγραφέας βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην εξέλιξη των χαρακτήρων. Παραδέχεται πως το χτίσιμο των χαρακτήρων είναι για εκείνον πιο σημαντικό από την ίδια πλοκή. Ακολουθεί απλά τα μονοπάτια που ανοίγουν οι πρωταγωνιστές του. Το κύριο ζητούμενο για τον Μισό είναι να ενώνουν οι αναγνώστες τα κομμάτια του παζλ, αλλά να μην ικανοποιούνται μέχρι την τελευταία σελίδα.
Επηρεασμένος από την ταινία «Notorious» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο συγγραφέας ισχυρίζεται πως ήθελε να αποδώσει τα γεγονότα σε πραγματικό χρόνο. Σκοπός ήταν να μπουν οι αναγνώστες σ’ ένα συναισθηματικό ρόλερ κόστερ. Έτσι ώστε, διαβάζοντας το βιβλίο, να νιώσουν ότι είναι δεμένοι και οι ίδιοι με χειροπέδες παρέα με τους πρωταγωνιστές. Η Νέα Υόρκη, με τις πολυφυλετικές γειτονιές της, ήταν το κατάλληλο σκηνικό για ένα τέτοιο βιβλίο. Το σασπένς και η έκπληξη αποτελούν τους πυλώνες του μυθιστορήματος. Είναι οι τρόποι για να αιχμαλωτίζεις τους αναγνώστες, λέει ο Μισό. Όμως δεν είναι μόνο αυτά. Σήμερα, συνεχίζει, ένα καλοδουλεμένο νουάρ από μόνο του δεν φτάνει. Το είδος θα πρέπει να ανταγωνιστεί αναγκαστικά τις τηλεοπτικές σειρές. Είτε το θέλουμε είτε όχι, αποφαίνεται ο συγγραφέας, έχουν αναπτυχθεί νέοι κώδικες. Για να κερδηθεί το παιχνίδι, λέει ο Μισό, θα πρέπει η αφήγηση να είναι όσο το δυνατόν λιτή και να διαθέτει πυκνότητα.
Το μυθιστόρημα αφορά πάνω απ’ όλα στο πολύπλοκο ζήτημα της ταυτότητας. Σκοπός για τον Μισό ήταν, σε κάθε γύρισμα της σελίδας ει δυνατόν, οι αναγνώστες, μαζί με τους ήρωες, να ανακαλύπτουν πτυχές της σκοτεινής πλευράς τους. Πιστεύοντας στις δυνάμεις του, ο συγγραφέας δεν φοβάται να ανακατέψει την τράπουλα των αρχετύπων και να τα φέρει τούμπα. Οι εσωτερικές αντιθέσεις του μύθου θα κάνουν τη δουλειά τους στο τέλος. Ο Γκιγιόμ Μισό ομολογεί πως στο Σέντραλ Παρκ είχε για οδηγό τη φράση ενός αγαπημένου του συγγραφέα, του Πολ Όστερ, ο οποίος λέει κάπου: «Τα βιβλία είναι αναντικατάστατα. Διότι είναι το μόνο μέρος του πλανήτη όπου δύο άγνωστοι μπορούν να συναντηθούν με απολύτως οικείους όρους». Για τον εαυτό του πάντως το κλειδί βρίσκεται στην πρόκληση. Κάθε φορά ανακαλύπτει κίνητρα και λόγους για να προκαλέσει την κατασκευή μιας νέας ιστορίας, την οποία επεξεργάζεται, όπως λέει, πάνω σε δύο επίπεδα: το πρώτο έχει να κάνει με την ψυχαγωγία και το δεύτερο εδράζεται πάνω σε θεματικά μοτίβα που απασχολούν διαχρονικά τον σύγχρονο άνθρωπο.
Πηγή: www.guillaumemusso.com